Ακτινολόγος - Ακτινοδιαγνώστης | Πύργος Ηλείας

Ακολουθήστε με:

Καρκίνος του μαστού

Ο όρος «καρκίνος του μαστού» αναφέρεται στην ανάπτυξη κακοήθους όγκου στην περιοχή του μαστού. Αποτελεί μία από τις συχνότερα εμφανιζόμενες μορφές καρκίνου παγκοσμίως και είναι η πρώτη σε αριθμό κρουσμάτων στο γυναικείο πληθυσμό. Προκαλείται από ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό παθολογικών κυττάρων που ως αποτέλεσμα προκαλούν το σχηματισμό κακοήθους όγκου στην περιοχή του μαστού και ουσιαστικά αποτελεί κυτταρική νόσο. Τα παθολογικά αυτά κύτταρα έχουν τη δυνατότητα εξάπλωσης σε γειτονικούς ιστούς σε δυσάρεστες συνέπειες για ολόκληρο τον οργανισμό. Η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου σε άρρενες είναι υπαρκτή αλλά πολύ μικρή. Όσον αφορά στις γυναίκες όλες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου – όχι, όμως στον ίδιο βαθμό.

Τύποι του καρκίνου του μαστού και διαχωρισμός
Δύο είναι οι βασικοί τύποι της νόσου:

Ο πορογενής καρκίνος που προέρχεται από τους γαλακτοφόρους πόρους
και ο λοβιακός καρκίνος που προέρχεται από τα λόβια, τα σημεία από τα οποία παράγεται το μητρικό γάλα.
Ο καρκίνος του μαστού διαχωρίζεται σε διηθητικό και μη διηθητικό ή in situ. Ο πρώτος έχει την ικανότητα να δίνει μεταστάσεις, ενώ ο δεύτερος τύπος θεωρείται αρχόμενος και δυνητικά δε δίνει μεταστάσεις.

Αίτια

  • Ηλικία: ο καρκίνος του μαστού μπορεί να προκύψει σε οποιαδήποτε ηλικία μετά την εφηβεία αλλά τα ποσοστά αυξάνονται όσο αυξάνονται και οι ηλικιακές κλίμακες. Οι περισσότερες περιπτώσεις παρουσιάζονται μετά από την ηλικία των 50 ετών, ενώ είναι σπάνιος σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 35 ετών (5% των περιπτώσεων), με εξαίρεση τις γυναίκες που έχουν κληρονομική προδιάθεση.
  • Κληρονομικότητα: Υπολογίζεται ότι μόλις το 5 – 10% των κρουσμάτων καρκίνου του μαστού σχετίζεται όντως με παράγοντες κληρονομικότητας. Ωστόσο, δύο γονίδια, γνωστά ως BRCA 1 και BRCA 2, έχουν προσδιοριστεί ως παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση καρκίνου του μαστού. Επίσης, γυναίκες με εξ αίματος συγγενείς που έχουν νοσήσει αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στο μαστό.
  • Διαταραχές της έμμηνου ρύσης: Στοιχεία υποδηλώνουν πως γυναίκες με πρώιμη έναρξη της εμμήνου ρύσης (πριν από το 12ο έτος της ηλικίας τους) ή με καθυστερημένη εμμηνόπαυση (μετά τα 55) αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στο μαστό. Επίσης, η λήψη οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση έχει συσχετιστεί με αυξημένα ποσοστά εμφάνισης της νόσου, με τον κίνδυνο να είναι ανάλογος του διαστήματος λήψης των οιστρογόνων. Ανάλογος συσχετισμός έχει προκύψει και για γυναίκες που παρέμειναν άτεκνες, που δεν είχαν πλήρεις κυήσεις (διάρκεια εννέα μηνών) ή που γέννησαν μετά τα τριανταπέντε τους χρόνια.
  • Αλκοόλ: Τα οινοπνευματώδη ποτά αυξάνουν τη συγκέντρωση των οιστρογόνων στο αίμα. Σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε το Δεκέμβριο του 2009 στο Διεθνές Συνέδριο ογκολογίας του Σαν Αντόνιο, άτομα που νόσησαν από καρκίνο του μαστού και καταναλώνουν με μετριοπάθεια αλκοόλ διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο επανεμφάνισής του από εκείνα που πίνουν λίγο ή καθόλου οινοπνευματώδη.
  • Παχυσαρκία: H παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού καθώς αυξάνει τα επίπεδα των οιστρογόνων. Η παραγωγή των οιστρογόνων στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση γίνεται κυρίως μέσα σε λιπώδη ιστό (μετατροπή των επινεφριδικών ανδρογόνων σε οιστρογόνα από την αρωματάση, ένα ένζυμο που βρίσκεται κυρίως στο λίπος). Τον Ιούνιο του 2009 ανακοινώθηκε από το Αμερικανικό Ίδρυμα για την έρευνα του Καρκίνου (AICR) ότι η συσσώρευση σωματικού λίπους σε ποσοστά άνω του κανονικού ευθύνεται για το 17% των κρουσμάτων καρκίνου του μαστού στις Η.Π.Α.
  • Κάπνισμα: πρόσφατες μελέτες απέδειξαν ότι η κατανάλωση ενός πακέτου τσιγάρων ημερησίως, από γυναίκες προ της εμμηνόπαυσης για εννέα περίπου χρόνια, αυξάνει δραστικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού κατά σχεδόν 60%.
  • Λήψη αντισυλληπτικών χαπιών: με επιφύλαξη αναφερόμαστε σε αυτόν τον παράγοντα καθώς μελέτες δεν έχουν αποδείξει ακόμα τη συσχέτιση της λήψης αντισυλληπτικών με την εμφάνιση καρκίνου του μαστού.
  • Ιστορικό Καρκίνου: γυναίκες που έχουν εμφανίσει προηγουμένως καρκίνο της μήτρας, των ωοθηκών ή του μαστού έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν έναν 2ο καρκίνο στο μαστό.
  • Καθιστική Ζωή: Η τακτική άσκηση πριν από την έναρξη της έμμηνου ρύσης μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού μιας γυναίκας, κυρίως διότι μπορεί να καθυστερήσει την έναρξη της έμμηνου ρύσεως, να επιμηκύνει τον χρόνο μεταξύ των περιόδων ή να ελαττώσει τον αριθμό των εμμηνορυσιακών κύκλων, μειώνοντας έτσι την έκθεση της γυναίκας στα οιστρογόνα.
  • Έκθεση σε ακτινοβολία
  • Ατεκνία
  • Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης: προσφέρει ανακούφιση από τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, ωστόσο, η μακροχρόνια χρήση της μετά την εμμηνόπαυση αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού.

 

Συμπτώματα

Κάποια από τα συμπτώματα που χαρακτηρίζουν τον καρκίνο του μαστού είναι τα εξής:

  • Εξόγκωμα ή σκλήρυνση στην περιοχή του μαστού ή και της μασχάλης-ψηλαφητό ανώδυνο ογκίδιο ή μάζα
  • Διόγκωση λεμφαδένων της μασχάλης
  • Έκκριση υγρών από τη θηλή
  • Εισολκή δέρματος δηλαδή έλξη του δέρματος ή της θηλής προς το εσωτερικό του μαστού
  • Ερυθρότητα, ευαισθησία ή πόνοι στο στήθος όταν είναι φλεγμονώδης καρκίνος
  • Δέρμα μαστού “δίκην φλοιού πορτοκαλιού”
  • Ασυμμετρία μαστών

Σημειολογικά στοιχεία:

  • Ψηλαφητή ανώδυνη μάζα
  • Ψηλαφητοί μασχαλιαίοι ή υπερκλείδιοι αδένες (σύστοιχο)
  • Διάταση φλεβών
  • Φλεγμονώδες καρκίνος του μαστού: Διάχυτη σκληρία, ερυθρότητα, οίδημα

Σε αρχικό στάδιο ο καρκίνος του μαστού δεν παρουσιάζει συμπτώματα. Αργότερα μπορεί να εμφανιστεί ψηλαφητό μόρφωμα, αλλαγή του χρώματος του δέρματος), εισολκή ή έκκριμα. Αν η γυναίκα δεν δώσει σημασία στα προαναφερθέντα συμπτώματα τότε μπορεί να εμφανίσει σημάδια προχωρημένης νόσου, όπως θερμό και ερυθρό μαστό (φλεγμονώδης καρκίνος), πόνους στα οστά, μεγάλη διόγκωση.

Διάγνωση
Ο καρκίνος του μαστού δεν προλαμβάνεται ακόμα πρωτογενώς διότι δεν γνωρίζουμε ακόμα τον παράγοντα δημιουργίας του αλλά δευτερογενώς με έγκαιρη διάγνωση, πρόληψη και θεραπεία. Η δευτερογενής πρόληψη περιλαμβάνει αυτοεξέταση, κλινική εξέταση από ιατρό και μαστογραφία. Η διάγνωση ξεκινά όταν ανακαλυφθεί μια μάζα στο μαστό μετά από ψηλάφηση ή μαστογραφία ή υπέρηχο και στη συνέχεια ακολουθούν εξετάσεις ώστε να διευκρινιστεί η διαφορά ανάμεσα σε ένα συμπαγή όγκο και μια κύστη γεμάτη υγρό. Υπάρχουν 4 διαγνωστικές μέθοδοι:

  • Κυτταρολογική βιοψία: Γίνεται με μια λεπτή βελόνα (FNA – Fine Needle Aspiration Biopsy) που προσαρμόζεται σε μια σύριγγα και επιτρέπει την αναρρόφηση κυττάρων από την ύποπτη περιοχή του μαστού.
  • Ιστολογική βιοψία: η βελόνα σε αυτή την περίπτωση είναι μεγαλύτερη, απαιτείται τοπική αναισθησία και τομή και το υλικό που μελετάται είναι ιστολογικό.
  • Στερεοτακτική βιοψία: η λήψη του ιστολογικού υλικού γίνεται με την καθοδήγηση ειδικών μηχανημάτων
  • Ανοιχτή χειρουργική βιοψία: η ταυτοποίηση της φύσης της ύποπτης περιοχής γίνεται με ταχεία βιοψία κατά τη διάρκεια του χειρουργείου πριν την αφαίρεση του όγκου